σωματοθήκη

σωματοθήκη
σωμᾰτο-θήκη, ,
A sarcophagus, TAM2(1).122 ([place name] Levissi), 222.1 ([place name] Sidyma), CIG4224c(near Telmissus), JHS34.28 ([place name] Lycia), 12.268 ([place name] Cilicia).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • σωματοθήκη — ἡ, Α σαρκοφάγος. [ΕΤΥΜΟΛ. < σῶμα, σώματος + θήκη] …   Dictionary of Greek

  • σωματοθήκιον — τὸ, Α [σωματοθήκη] σωματοθήκη* …   Dictionary of Greek

  • θήκη — η (ΑΜ θήκη) 1. σκεύος, κιβώτιο ή κουτί μέσα στο οποίο τοποθετείται κάτι για φύλαξη 2. επίμηκες περίβλημα από δέρμα, μέταλλο, ξύλο ή χαρτόνι στο οποίο μπαίνει η κοπίδα ξίφους ή μαχαιριού, θηκάρι («βάλε τὴν μάχαιραν εἰς τὴν θήκην») 3. σκληρό… …   Dictionary of Greek

  • σώμα — Γενικό όνομα που δίνεται σε μια ποσότητα ύλης. Σώματα επομένως είναι όλα τα αντικείμενα με τις ιδιότητες τους (σχήμα, διαστάσεις, βάρος κλπ.)· ουσία, αντίθετα, είναι η ποιότητα της ύλης από την οποία αποτελούνται τα σ. Για μεγαλύτερη ακριβολογία… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”